Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008

Πλάκα του Zerf, δυο χρόνια μετά!

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Ο.Α.Λ.Θ. ''Φύση και Περιπέτεια'' του 2008. Αναδημοσιεύεται εδώ, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε περισσότερο κόσμο να το διαβάσει, μιας και το περιοδικό αυτό σιγά-σιγά γίνεται δυσεύρετο, αφού τυπώθηκε σε 2.500 αντίτυπα και ήδη μοιράστηκε.

‘’Μ’ αρέσει αυτός που σπαταλάει την ψυχή του.’’

(Σκόρπιες αναμνήσεις από μια διαδρομή, μαζί με κάτι σαν μνημόσυνο…)

Κείμενο – φωτογραφίες: Θόδωρος Χριστόπουλος (Τα αποσπάσματα μέσα σε εισαγωγικά είναι απ’ το βιβλίο ‘’Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα’’ του Φρίντριχ Νίτσε.)


‘’Μ’ αρέσει αυτός που σπαταλάει την ψυχή του.’’

Παραμονές Πρωτοχρονιάς του 2007 ανεβαίνω στο Οροπέδιο με βαρύ σακίδιο. Φορτωμένο με όλα τα καλούδια μου, friends, καρύδια, καρφιά και σκάλες, μέχρι και τα αναρριχητικά μου παπουτσάκια είχα, χειμωνιάτικα. Ο στόχος σαφής, εδώ και καιρό. Η ‘’Πλάκα του Zerf’’ χειμώνα. Στο καταφύγιο ‘’Χρήστος Κάκαλος’’ είναι ήδη ο Μιχάλης και ο Βασίλης, ενώ τις επόμενες μέρες θα ανέβαινε και άλλος κόσμος. Ο χειμώνας του 2006-2007 ήταν ζεστός και με λίγα χιόνια. Ίσως ήταν μια καλή ευκαιρία να ξαναδοκιμάσουμε την τύχη μας στη Zerf, το είχαμε κάνει ήδη στις 9 Δεκεμβρίου με τον Γιώργο Ντέρο και τον Κώστα Σταυριανάκη. Το αποτέλεσμα τότε: σκαρφάλωμα των τρεισήμισι πρώτων σχοινιών απ’ την καλοκαιρινή πορεία της διαδρομής, σχετικά γρήγορα, αλλά αδυναμία προώθησης μετά από την χαρακτηριστική τραβέρσα του κάτω μέρους της διαδρομής. Πούδρες πάνω σε γλυμμένες πλάκες και δυσκολία ασφάλισης στις ρηχές σχισμές των Καζανιών. Τα συμπεράσματα ήταν πάντως χρήσιμα, η διαδρομή ‘’πάει’’, εφόσον οι συνθήκες του χιονιού είναι καλύτερες. Οι απώλειες λίγες: 2 καρφιά, 1 καραμπίνερ και 2-3 ιμάντες αφημένα στην ορθοπλαγιά, για 2 πλήρη εξηντάρια ραπέλ,… μαζί με μερικές εκδορές στον εγωισμό μας!

‘’Δείτε τους αγαθούς και τους δίκαιους, ποιόν μισούνε περισσότερο; Αυτόν που συντρίβει τις πλάκες των αξιών τους, τον καταστροφέα, τον εγκληματία, αυτός όμως είναι εκείνος που δημιουργεί.’’

Η ‘’Πλάκα του Zerf’’ είναι μια όμορφη αλπική διαδρομή βράχου, με τοπικές κυρίως δυσκολίες, η οποία μέσα από τραβέρσες, δίεδρα και πλάκες βρίσκει τον, πιο εύκολο ίσως, δρόμο για το πλατό της Σκάλας. Η χειμερινή της επανάληψη ήταν στόχος αρκετών ορειβατών, αλλά οι προσπάθειες ήταν μάλλον ελάχιστες. Πολύ μπλα-μπλα και λίγη δράση. Κλασσική περίπτωση μυθοποίησης δηλαδή, όπως αποδείχτηκε.
Μπαίνω στο καταφύγιο παιγμένος, εκτός από όλα σχεδόν τα υλικά μου, κουβαλάω και κάποια εφόδια για το καταφύγιο. Ο Νίκος που ανεβαίναμε μαζί, έχει φτάσει εδώ και ώρα, παρότι και αυτός είχε εξίσου βαρύ σακίδιο. Μεταφέρει στους άλλους την εμμονή μου με την Zerf, αλλά και εκείνοι του λένε τα δικά τους νέα. Ο Βασίλης μόλις είχε κάνει τη διαδρομή solo (με ου-τοπική ασφάλιση στην δύσκολη σχοινιά) και on-sight. Έτσι με περιμένουν και μου το ανακοινώνουν, καθώς μπαίνω στο σαλόνι. Είμαι σίγουρος πως μου κάνουν πλάκα, αλλά μόλις συνειδητοποιώ πως δεν πρόκειται για αστείο, μου κόβεται η μιλιά. Δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς μπορεί κάποιος να έχει αυτή την σκαρφαλωτική ικανότητα, και ακόμα περισσότερο τα ατσάλινα νεύρα, που χρειάζονται για να σκαρφαλώσει έναν τέτοιο τοίχο, μόνος… Δεν λέω ούτε καν συγχαρητήρια στον Μπίλυ, είχα μπλοκάρει τελείως, το μυαλό μου δεν δούλευε. Ένοιωθα άσχημα γι’ αυτό αργότερα, αν και ήξερα πως ο Βασίλης δεν σκαρφάλωνε για να πάρει τα εύσημα των άλλων. Ένοιωθα άσχημα, γιατί ίσως φάνηκα κομπλεξικός, που μου ‘’έφαγαν’’ τη διαδρομή, στην εποχή μας άλλωστε είναι πολύ δύσκολο να αποτινάξουμε τα ‘’πρέπει’’ και το πρωτόκολλο στην συμπεριφορά μας, ακόμα και με τους φίλους μας…


‘’Μ’ αρέσουν εκείνοι που δεν ξέρουν να ζουν, παρά μόνο για να χαθούν, γιατί είναι αυτοί που περνάνε αντίπερα.’’

Σιγά-σιγά μαθαίνω και τις λεπτομέρειες της ανάβασης. Ο Βασίλης είχε αυτασφαλιστεί μόνο στην δύσκολη σχοινιά της πλάκας, και αφού πέρασε το δύσκολο κομμάτι, και βρισκόταν λίγα μέτρα πριν το πατάρι του ρελέ, το σχοινί που ερχόταν απ’ το ρελέ σκάλωσε, και εκείνος λύθηκε και συνέχισε. Βγήκε στο πατάρι και έκανε τις τραβέρσες, βγαίνοντας στο πλατό της Σκάλας. Έχει αφήσει πίσω αρκετά υλικά, έτσι αποφασίζουμε να πάμε την επομένη και να ξανακάνουμε την διαδρομή, απ’ την μία για να μαζέψουμε τα υλικά και απ’ την άλλη για να την κάνουμε και εγώ με τον Μιχάλη (Στύλλα), που την είχαμε στόχο από καιρό. Η επόμενη μέρα είναι μια από τις αξέχαστες εκείνες μέρες σκαρφαλώματος, που εξηγούν (όσο μπορούν βέβαια, κι αυτές οι κακόμοιρες) το γιατί σκαρφαλώνουμε στα βουνά. Μου δίνουν τις 4 πρώτες σχοινιές, ο Βασίλης είχε κάνει μια παραλλαγή εκεί, που απέφευγε από χαμηλά την προβληματική τραβέρσα. Την ακολούθησα. Εύκολο! Πως είναι δυνατόν να πάει κάποιος on-sight από εκεί, ενώ εγώ να έχω κάνει καλοκαίρι την διαδρομή 10 φορές και να μην τό ‘χω σκεφτεί; Μπήκαμε για μισή σχοινιά στη διαδρομή ‘’Botteri – Νάτση’’. Μετά οδήγησε ο Μιχάλης τις 2 επόμενες σχοινιές στα, πακτωμένα με χιόνι, δίεδρα. Και εκεί ο Βασίλης είχε δείξει την μεγάλη του ικανότητα να διαβάζει τον βράχο, την προηγούμενη μέρα είχε φύγει δεξιά στην κόψη, για να αποφύγει το αρνητικό στο τελείωμα των δίεδρων. Ο Μιχάλης παραχώρησε την θέση του σαν επικεφαλής στον Βασίλη, ακριβώς στο ρελέ κάτω απ’ το αρνητικό. Προηγουμένως είχε οδηγήσει μια απ’ τις πιο δύσκολες σχοινιές με τις τεράστιες πλαστικές Coflach, που δεν ενδείκνυνται ακριβώς για ντελικάτο σκαρφάλωμα… Ο Μπίλυ έτρεξε το αρνητικό πέρασμα και μετά από 2 σχοινιές βρεθήκαμε γρήγορα-γρήγορα στο ρελέ κάτω απ’ την δύσκολη σχοινιά.
‘’Μ’ αρέσει αυτός που σπαταλάει την ψυχή του, που δεν θέλει να του λεν ευχαριστώ, που πάντα χαρίζει, και δεν θέλει να συντηρηθεί.’’

Ο Βασίλης με ρωτάει αν θέλω να πάω μπροστά τη δύσκολη σχοινιά, αλλά νομίζω πως δεν το ‘χω. Φεύγει, με τα crampon του να τοποθετούνται με κινήσεις ακριβείας, και ελευθερώνει την σχοινιά. Μαζεύουμε το παρατημένο σχοινί. Βγαίνουμε κακήν-κακώς και εμείς στο πατάρι και προθυμοποιούμαι να πάω τις τελευταίες 3 σχοινιές. Τρέχω τις εύκολες χιονισμένες τραβέρσες με τα τοπικά περάσματα. Αρχίζει να σουρουπώνει και κάνω την τελευταία σχοινιά με φακό, χαροπαλεύοντας σε σαθρές πλάκες και ασταθή χιόνια, βρίζοντας που δεν βρίσκω το θαμμένο απ’ το χιόνι καρφί, πριν το τελευταίο ουσιαστικά πέρασμα για το τέλος… Το βρίσκω τελικά, σκάβοντας λίγο το χιόνι. Ασφαλίζομαι και φεύγω 15 μέτρα για το πλατό... Βγαίνω στο επίπεδο και ουρλιάζω. Έρχονται και οι άλλοι, αγκαλιαζόμαστε… Το σκαρφάλωμα είναι πάνω απ’ όλα δέσιμο με φίλους, κυριολεκτικό δέσιμο, με τους φίλους δεμένους στις άκρες των σχοινιών και δεσμευμένους ο ένας απ’ τον άλλο, με τρόπο απόλυτο…

‘’Μ’ αρέσει εκείνος που ντρέπεται όταν τον ευνοούνε τα ζάρια, και που όλο ρωτάει: ‘’Είμαι ένας χαρτοκλέφτης, λοιπόν;’’, γιατί θέλει να καταστραφεί.’’
Η διαδρομή έγινε. Δεύτερη φορά σε δύο μέρες. Καθόλου άσχημα, αν αναλογιστεί κανείς τους -8 και ίσως -10 στις πρώτες και τελευταίες σχοινιές. Είπαμε, δεν ρίχνει χιόνια για να κάνουν σκι οι χαζοχαρούμενοι αστοί στα χιονοδρομικά, αλλά στις 30 Δεκεμβρίου σε μια ανήλια ορθοπλαγιά των Καζανιών… ναι, είναι χειμώνας. Στους άλλους δύο πρηστήκαν και πονούσαν τα χέρια τις επόμενες μέρες, είχαν ιστορικό κρυοπαγημάτων άλλωστε, ο χοντρός τίποτα. Κλείνοντας αυτή την ιστορία θα ήθελα να πω, πως μπορεί οι στιγμές που μοιράζονται οι άνθρωποι στα βουνά, στις ορθοπλαγιές, στα χιόνια και στους πάγους να θεωρούνται χάσιμο χρόνου από κάποιους, αλλά εμείς φχαριστιόμαστε κάθε δευτερόλεπτο που βρισκόμαστε εκεί, ειδικά με ανθρώπους σαν τον Βασίλη.

‘’Σας το λέω, πρέπει να έχει κανείς μέσα του το χάος για να μπορέσει να γεννήσει ένα χορευτικό αστέρι.’’
Ο Βασίλης Ναξάκης σκοτώθηκε σε ραπέλ, στο Hindu Kush του Πακιστάν τον Ιούλιο του 2007, κατεβαίνοντας απ’ την διαδρομή που άνοιξαν με τον Δημήτρη Δασκαλάκη στην παρθένα ορθοπλαγιά του ασκαρφάλωτου Buli Zom . Ήταν μέλος του Ε.Ο.Σ. Χανίων, όπου ξεκίνησε το σκαρφάλωμα και την ορειβασία σε μικρή ηλικία. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του έμενε στη Θεσσαλονίκη, κάνοντας μεταπτυχιακό στη Γεωφυσική του Α.Π.Θ. Υπήρξε μέλος και της Ο.Α.Λ.Θ., όπου ερχόταν για προπόνηση στην πίστα, μαζί βέβαια με την καθιερωμένη συνάντηση της Πέμπτης για την οργάνωση της εξόρμησης του Σαββατοκύριακου.
Ήταν ένας σπουδαίος ορειβάτης, με σημαντικές αναβάσεις στην Ελλάδα, στις Άλπεις, στις Άνδεις και στα Ιμαλάια. Δεν έχει κανένα νόημα να απαριθμήσει κανείς τις αναβάσεις του, πολλές απ’ αυτές solo και on-sight… Άλλωστε ίσως αυτή η λίστα να προκαλούσε ίλιγγο στους οπαδούς της μετριότητας, αλλά πάντα λαλίστατους ξερόλες, που συχνάζουν στους συλλόγους, τα καταφύγια και τα καφενεία της ντόπιας ορειβατικής σκηνής (σκηνή;… χα χα, ας γελάσω).

‘’Η σοφία των δασκάλων και των σοφών της αρετής λέει να αγρυπνάτε για να κοιμάστε καλά. Αυτή είναι η σοφία του δίχως όνειρα ύπνου. Μακάριοι οι νυσταγμένοι, γιατί γρήγορα θα τους πάρει ο ύπνος.’’

Αυτό που πήρα απ’ τον Βασίλη ήταν η προσέγγιση που είχε στο βουνό, αλλά και στη ζωή γενικότερα. Ήταν μινιμαλιστής και πίστευε στο ‘’less is more’’, ‘’light is right’’ και άλλα τέτοια ξενόφερτα, που απειλούν τα ήθη, τα έθιμα και τις πατροπαράδοτες αξίες μας. Πράγματι στη Zerf ανεβήκαμε χωρίς πολλά-πολλά μαζί μας, φορώντας τα crampon μας συνέχεια, με μια ελάχιστη συλλογή υλικών (3-4 σετάκια, αλλά πολλούς ιμάντες και χύμα καραμπίνερ, 5 friends, μια καλή σειρά καρύδια συν 6, όχι καρφιά) και ένα 35άρι σακίδιο μόνο, με 2 βέστες και νερό-σοκολάτες για όλους. Ενώ, η ‘’κοινή λογική’’, η δική μου και των περισσοτέρων πρόσταζε: 3 σακίδια, βέστες για όλους, πολύ νερό, πολύ φαί, καρφιά, παπουτσάκια, σκάλες, ζουμάρ, και κάνα portaledge να βρίσκεται…
Αλλά πέρα και πάνω απ’ όλα αυτά, τα μάλλον αστεία, ο Βασίλης ήταν ένας από εκείνους τους φίλους που πάντα χαιρόσουν να είσαι μαζί του, στα βουνά και στην πόλη. Θα τον θυμόμαστε πάντα…

Σχόλια των φωτογραφιών από πάνω προς τα κάτω:
-Ο Μιχάλης Στύλλας οδηγώντας την 6η σχοινιά της διαδρομής.
-Η ορθοπλαγιά της Σκάλας το πρωί της 30ης Δεκεμβρίου 2007 με τις χαράξεις των 2 επαναλήψεων.
-Ο Βασίλης Ναξάκης στο πρώτο ρελέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Number of unique visits: